Απευθείας μετάβαση στο περιεχόμενο

Λιπάσματα. Ο απόλυτος οδηγός για τη λίπανση των φυτών

Λιπάσματα. Ο απόλυτος οδηγός για τη λίπανση των φυτών

 

Είτε διαθέτεις φυτά στο μπαλκόνι είτε καλλιεργείς μεγάλες εκτάσεις με δέντρα και στις δύο περιπτώσεις τα φυτά χρειάζονται πολλές θρεπτικές ουσίες έτσι ώστε να αναπτυχθούν με υγιή τρόπο αλλά και να έχουν πιο αποδοτική σοδειά ή ανθοφορία. Ο τρόπος με τον οποίο τα φυτά μπορούν να απορροφήσουν αυτές τις ουσίες είναι με τη μορφή λιπασμάτων που μπορούν να προστεθούν στο έδαφος ή διαφυλλικά.

Ο παραγωγός οφείλει να είναι καταρτισμένος τόσο ως προς τον σχεδιασμό της καλλιέργειας όσο και στην λίπανση, συγκομιδή ακόμα και την αποθήκευση της παραγωγής. Εάν ακολουθήσετε τους βασικούς κανόνες λίπανσης και τον τρόπο που κάθε φυτό ξεχωριστά απαιτεί λίπανση, η συγκομιδή και η υγεία του φυτού ή του δέντρου θα είναι σημαντικά καλύτερες.

H λίπανση πρέπει να γίνεται την περίοδο ανάπτυξης των φυτών, η οποία ξεκινά τον Φεβρουάριο και τελειώνει τον Αύγουστο. Αν η λίπανση διαρκέσει περισσότερο, τα φυτά δεν μπορούν να προετοιμαστούν επαρκώς για την περίοδο ανάπαυσης. Θα αναπτύξουν νέα, λεπτά βλαστάρια που είναι ευαίσθητα στον παγετό.

Ο παρακάτω οδηγός παρέχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεστε για τη σωστή καλλιέργεια και λίπανση των πιο διαδεδομένων φυτών καθώς επίσης συμβουλές για την αποτελεσματικότητά τους.

 

1. Λίπανση της ελιάς



    Όσοι ασχολούνται με την καλλιέργεια της ελιάς, γνωρίζουν ότι η λίπανση είναι μία απαραίτητη καλλιεργητική δραστηριότητα για την εξασφάλιση της υψηλής απόδοσης καθώς και αύξηση της παραγωγής. Αδιαμφισβήτητα, πριν την εφαρμογή της λίπανσης (είτε εδαφική είτε διαφυλλική) ο παραγωγός χρειάζεται στοιχεία από ανάλυση εδάφους έτσι ώστε να γνωρίζει ποια θρεπτικά στοιχεία είναι σε έλλειψη και να τα αναπληρώσει ακολουθώντας ένα σωστό σχέδιο λίπανσης. 


    Για την επιλογή του κατάλληλου λιπάσματος για τις ελιές, σε συνεργασία με τον γεωπόνο, χρειάζεται να καταρτίσουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο λίπανσης σε πολυετή βάση που θα λαμβάνει υπόψη όλες τις παραμέτρους του χωραφιού και της καλλιέργειας. Η σωστή λίπανση της ελιάς περιλαμβάνει διάφορες μεθόδους όπως την προσθήκη λιπασμάτων μέσω του εδάφους ή και μέσω του φυλλώματος της ελιάς με την προσθήκη διαφυλλικών λιπασμάτων.


    Η βασική λίπανση στις ελιές γίνεται συνήθως την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου πριν την έναρξη της ετήσιας βλάστησης. Η λίπανση με διαφυλλικά λιπάσματα γίνεται συμπληρωματικά σε διάφορα στάδια της ελαιοκαλλιεργητικής περιόδου, όπως κατά την περίοδο της ανθοφορίας, της καρπόδεσης, της ανάπτυξης του καρπού και της ωρίμανσης.


    Με τη σωστή εφαρμογή λιπασμάτων, επιτυγχάνουμε αύξηση της παραγωγής των ελαιόδεντρων κάθε χρόνο καθώς επίσης μεγαλύτερους καρπούς. Επίσης, έχουμε μείωση της παρενιαυτοφορίας, του φαινομένου εκείνου που μια χρονιά υψηλής παραγωγής τη διαδέχεται μια χρονιά χαμηλής απόδοσης. 


    1.1 Οδηγός για τη λίπανση της ελιάς


    Βάζοντας λίπασμα στις ελιές, αυξάνουμε τη γονιμότητα του χωραφιού μας, εμπλουτίζοντας το έδαφος με τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και με οργανική ουσία. Επιπλέον, διατηρούμε την καλή κατάσταση των ελαιόδεντρων με ισορροπία ανάμεσα στη βλαστική ανάπτυξη και την καρποφορία τους.


    Η καλή απόδοση της παραγωγής των ελαιόδεντρων καθορίζεται και από το βαθμό καρπόδεσης των ανθέων σε ευνοϊκές συνθήκες περιβάλλοντος. Η συνεισφορά ενός ισορροπημένου προγράμματος λίπανσης με την κατάλληλη παροχή των απαραίτητων θρεπτικών στοιχείων είναι αναγκαία ώστε να ενισχύσει την ανθοφορία και την καρπόδεση στο μέγιστο.

     

    1.1.1. Τι λίπασμα να χρησιμοποιήσω;

    Ένα ώριμο δέντρο ελιάς κατά την περίοδο της ανθοφορίας θα σχηματίσει εκατοντάδες χιλιάδες άνθη, αλλά μόνο ένα πολύ μικρό μέρος αυτών (περίπου 2%) θα δέσει ελιές που τελικά θα συγκομιστούν από τον άνθρωπο. Με σκοπό να βελτιωθεί η καρπόδεση, οι ελαιοπαραγωγοί ψεκάζουν τις ελιές με θρεπτικές ουσίες. Η ιδανική επιλογή είναι τα βιολογικά οργανικά ή φυσικά λιπάσματα τα οποία περιέχουν τις θρεπτικές ουσίες και τα στοιχεία τα οποία χρειάζεται η ελιά ενώ παράλληλα είναι ιδανικά για την βιολογική γεωργία. 


    Οι γνωστότεροι ψεκασμοί θρεπτικών συστατικών στην ελιά περιλαμβάνουν τα αμινοξέα, το θειασβέστιο χαλκού ενώ τα τελευταία χρόνια άζωτο κερδίζει έδαφος. Η διαφυλλική εφαρμογή σύγχρονων σκευασμάτων με αμινοξέα εξοικονομεί ενέργεια στο δέντρο καθώς δίνει έτοιμη τροφή και μεγαλύτερη αντοχή σε προσβολές από παθογόνα ή στρες από οποιονδήποτε περιβαλλοντικό παράγοντα.

    Συνήθως, η προσθήκη αμινοξέων γίνεται σε 3 διαφορετικούς ψεκασμού ανά δύο ή τρεις μήνες, ξεκινώντας περίπου από τον Φεβρουάριο (για παράδειγμα Φεβρουάριο-Απρίλιο-Ιούλιο), αναλόγως φυσικά του σταδίου ανάπτυξης κάθε δέντρου.

    Το Θειοασβέστιο Χαλκού έχει πολλαπλές δράσεις (μυκητοκτόνο, ακαρεοκτόνο αλλά και εντομοκτόνο κατά των κοκκοειδών) και είναι πηγή ασβεστίου για το δέντρο. Απαιτεί δύο ψεκασμούς, έναν κατά τις αρχές της άνοιξης και έναν μέσα στο καλοκαίρι.

    Το άζωτο μπορεί να βρεθεί σε διάφορους τύπους λιπασμάτων με την ιδανικότερη επιλογή τα φυσικά ή οργανικά λιπάσματα τα οποία θα προσφέρουν θρέψη στο φυτό. Παράλληλα, η προσθήκη οργανικής ουσίας στο έδαφος βελτιώνει τη δομή του, κάνει πιο εύκολη την καλλιέργεια του εδάφους από τα γεωργικά μηχανήματα και επιτρέπει την καλύτερη απορρόφηση και συγκράτηση της υγρασίας.

    Οι περισσότεροι παραγωγοί επιθυμούν έναν καρπό μεγάλο στο μέγεθος ή χοντρό το οποίο απαιτεί ένα ορθό σχέδιο λίπανσης, σε συνεννόηση πάντα με τον γεωπόνο. Βασικοί τύποι λίπανσης της ελιάς είναι:




    1.1.2. Διαφυλλική λίπανση στις ελιές


    Η εφαρμογή της διαφυλλικής λίπανσης επιτυγχάνεται μέσω του ψεκασμού στο φύλλωμα των φυτών και προσφέρει αρκετά πλεονεκτήματα στους καλλιεργητές όπως άμεση απορρόφηση και αποτελεσματικότητα σε προβληματικά εδάφη.

     

    Τα προϊόντα διαφυλλικού ψεκασμού (υγρά λιπάσματα)  αναπτύσσονται με βάση την εφαρμογή τους απευθείας στο φύλλο ή τον καρπό, για ταχεία δράση και αποτελεσματική αντιμετώπιση των αποτελούνται από σταθερά υψηλής ποιότητας θρεπτικά στοιχεία με βοηθητικά σύνθεσης, όπως διαβρέκτες, προσκολλητικά μέσα και βοηθήματα απορρόφησης. 


    Τα διαφυλλικά λιπάσματα έχουν εκτεταμένη χρήση στη γεωργία για να επιτύχουμε μεγαλύτερη παραγωγή και να βελτιώσουμε την ποιότητα των καρπών. Οι παραγωγοί μπορούν να τα εφαρμόσουν από τα πρώτα στάδια ανάπτυξης των φυτών, μέχρι το στάδιο της καρποφορίας και της ωρίμανσης, σε όλα τα είδη καλλιεργειών. Η διαφυλλική λίπανση λειτουργεί συνήθως συμπληρωματικά στη λίπανση των καλλιεργειών και δεν αντικαθιστά τα λιπάσματα που εφαρμόζονται στο έδαφος. Τα διαφυλλικά λιπάσματα μπορεί να είναι υγρά ή να έχουν κρυσταλλική μορφή που θυμίζει ζάχαρη και σε κάθε περίπτωση διαλύονται στο νερό για να δημιουργήσουμε το ψεκαστικό διάλυμα για τα φυτά μας. 


    Οι βασικοί τύποι διαφυλλικών λιπασμάτων περιέχουν θρεπτικά συστατικά όπως το άζωτο, ο φώσφορος, το κάλιο, το μαγνήσιο και το ασβέστιο, καθώς επίσης ιχνοστοιχεία όπως ο σίδηρος, ο ψευδάργυρος και το βόριο. Υπάρχουν διαφυλλικά λιπάσματα τα οποία είναι κατάλληλα προς χρήση σε βιολογικές καλλιέργειες, των οποίων τα συστατικά έχουν φυσική προέλευση όπως το Sadra Organica Bio, το οργανικό και βιολογικό λίπασμα το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε στο έδαφος είτε διαφυλλικά. 

    Για την ορθολογική χρήση των διαφυλλικών λιπασμάτων, όπως και γενικότερα για τη λίπανση των καλλιεργειών, είναι απαραίτητο να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τις ανάγκες που έχει κάθε καλλιέργεια σε θρεπτικά συστατικά μέσω της ανάλυσης του εδάφους και των φύλλων των φυτών.

    Αυτός ο τρόπος λίπανσης εξασφαλίζει την εφαρμογή των κατάλληλων θρεπτικών στοιχείων είτε στα φύλλα είτε στον καρπό με ακρίβεια, την κατάλληλη χρονική στιγμή, ώστε να καλυφθούν άμεσα οι ανάγκες που έχει το φυτό. Σε περίπτωση που υπάρχει τροφοπενία κάποιου στοιχείου, η διαφυλλική εφαρμογή αποκτά πολύ μεγαλύτερη αξία γιατί προσφέρει στο φυτό άμεσα το στοιχείο που είναι σε έλλειψη, έτσι ώστε να συνεχίσει ομαλά το βιολογικό του κύκλο.

    Η διαφυλλική εφαρμογή λιπάσματος έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία όταν τα εδάφη είναι πλούσια σε ασβέστιο όπως συμβαίνει στις περισσότερες περιοχές που καλλιεργείται η ελιά καθώς αρκετά στοιχεία δεν είναι εύκολα διαθέσιμα στις ρίζα όπως ο ψευδάργυρος ή ο σίδηρος. Με τις διαφυλλικές λιπάνσεις μπορούμε να διορθώσουμε σχετικά γρήγορα κάποιες τροφοπενίες σε κάποιο χρονικό σημείο που είναι κρίσιμο για το δέντρο, όμως σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστούν την εδαφική (οργανική βασικά αλλά και ανόργανη) λίπανση και την αέναη προσπάθεια για ένα γόνιμο έδαφος.

    Το πλεονέκτημα όμως των διαφυλλικών ψεκασμών είναι ότι εξασφαλίζουν την εφαρμογή των κατάλληλων θρεπτικών στοιχείων είτε στα φύλλα, είτε στους καρπούς με ακρίβεια, στον κατάλληλο χρόνο, ώστε να καλυφθούν άμεσα οι ανάγκες του φυτού.


    1.1.3. Βιολογικά λιπάσματα και ελιές


    Πως βελτιώνουμε τη λίπανση της ελιάς με οργανική ουσία;


    Κατά τη λίπανση της ελιάς, σε πρώτη φάση, εξασφαλίζουμε επάρκεια οργανικής ουσίας, ιδιαίτερα αν η καλλιέργεια βρίσκεται σε ξηρά και άγονα εδάφη. Η αύξηση της οργανικής ουσίας, κατά τη λίπανση της ελιάς, επιτυγχάνεται με την ενσωμάτωση χωνεμένης κοπριάς ή κομπόστ. Επίσης, μπορεί να γίνει με χλωρή λίπανση, δηλαδή την καλλιέργεια ψυχανθών και σιτηρών και την ενσωμάτωσή τους στο έδαφος, καθώς και με φύκια της θάλασσας ή φυσικά οργανικά λιπάσματα.

    Η οργανική ουσία βελτιώνει τη γονιμότητα, τη βιολογική δραστηριότητα του εδάφους και την καλύτερη απορρόφηση των θρεπτικών στοιχείων από τα ελαιόδεντρα. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η έλλειψη οργανικής ουσίας στο έδαφος σε συνδυασμό με την παρατεταμένη και αλόγιστη χρήση χημικών λιπασμάτων στις εντατικές καλλιέργειες ελιάς, αποτελούν τους κύριους παράγοντες εμφάνισης έλλειψης ιχνοστοιχείων.

    Η βιολογική καλλιέργεια της ελιάς βασίζεται σε μεθόδους αναζωογόνησης του εδάφους του ελαιώνα, στην ανακύκλωση των υποπροϊόντων και άλλων διαθέσιμων οργανικών υλικών και στην αναπαραγωγή και προστασία του περιβάλλοντος.


    1.1.4. Βιολογικά λιπάσματα με φώσφορο


    Ο φώσφορος αν και συμμετέχει σε πλήθος φυσιολογικών λειτουργιών των δέντρων δεν αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τους ξηρούς ελαιώνες. Αντίθετα, στους αρδευόμενους ελαιώνες και στις βρώσιμες ποικιλίες πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη μέριμνα στην φωσφορούχο λίπανση καθώς επηρεάζει τον αριθμό, το μέγεθος, το βάρος και την ωρίμανση των καρπών. 

    Αξίζει να σημειωθεί πως σημαντικές ποσότητες από τα κύρια θρεπτικά στοιχεία αζώτου, φωσφόρου και καλίου απομακρύνονται κάθε χρόνο από τον ελαιώνα λόγω των αναγκών του φυτού για βλαστική ανάπτυξη και παραγωγή. Πρώτο μέλημα του παραγωγού είναι η αναπλήρωση τουλάχιστον των θρεπτικών στοιχείων που απομακρύνθηκαν με τη συγκομιδή και το κλάδεμα. Πιο κατάλληλη εποχή για την προσθήκη θρεπτικών στοιχείων είναι το φθινόπωρο, από την άποψη ότι θα πρέπει το οργανικό λίπασμα να μπορέσει να αξιοποιήσει όσο καλύτερα γίνεται τις χειμερινές βροχοπτώσεις για να διαλυθεί και να προσληφθεί από τα ελαιόδεντρα.


    Ιδανική επιλογή για πηγή φωσφόρου είναι ένα οργανικό βιολογικό λίπασμα το οποίο θα προστεθεί εδαφικά σε ένα πλαίσιο διατήρησης και αναζωογόνησης του εδάφους των ελαιώνων. Άλλος οικονομικός και πρακτικός τρόπος λίπανσης του βιολογικού ελαιώνα είναι η παρασκευή κομπόστας χρησιμοποιώντας τα φυτικά υπολείμματα του ελαιώνα με κοπριά από βιολογικής εκτροφής ζώα.

    1.2 Ποιες ασθένειες προσβάλλουν την ελιά;


    Κυκλοκόνιο


    Το κυκλοκόνιο είναι μία από τις σοβαρότερες ασθένειες της ελιάς, που είναι γνωστή και ως μαύρισμα, ή μουντζούρωμα, ή κηλίδωση των φύλλων, ή «μάτι παγωνιού». Η ασθένεια προκαλεί μεγάλη εξασθένηση του δέντρου λόγω εκτεταμένης φυλλόπτωσης καθώς και σημαντική μείωση της παραγωγής (μέχρι πλήρη ακαρπία).


    Συμπτώματα: Προσβάλλει κατεξοχήν τα φύλλα (μίσχος και έλασμα) αλλά και ποδίσκους των ανθέων και καρπών, ενίοτε τους τρυφερούς βλάστούς. Βασικές ενέργειες της ασθένειας είναι η εμφάνιση καστανών κηλίδων με ασαφή όρια στην επιφάνεια των φύλλων, που στη συνέχεια γίνονται κυκλικές με καστανό-μαυρη περιφερειακή ζώνη και συχνά περιβάλλονται από χλωρωτικό δαχτυλίδι.

    (1) Κυκλοκόνιο Ελιάς

    Ο χρόνος επώασης της ασθένειας κυμαίνεται ανάλογα με την εποχή, από 2-3 εβδομάδες έως και 2-3 μήνες. Οι διάφορες ποικιλίες ελιάς έχουν διάφορη ευπάθεια στο παθογόνο. Μερικές ποικιλίες όπως η Άμφισσας, Λιανολιά Κέρκυρας και Χονδρολιά Αγρινίου είναι ευπαθείς στο παθογόνο, ενώ η Κορωνέϊκη παρουσιάζει σχετική αντοχή.

    Η καταπολέμηση της ασθένειας γίνεται στις κρίσιμες εποχές με προληπτικούς ψεκασμούς κάλυψης, δηλαδή την άνοιξη και το φθινόπωρο, πριν την έναρξη των βροχών. Σε περιοχές με πολύ υψηλή υγρασία γίνονται συνήθως 3-4 ψεκασμούς (1 ή 2 την άνοιξη και 2 το φθινόπωρο). 


    Κερκόσπορα


    Προσβάλλει τα φύλλα και τους καρπούς μεγαλόκαρπων ποικιλιών και έχει εμφανισθεί σε πολλές περιοχές του Ελληνικού χώρου. Όμως, στην Κρήτη την τελευταία τριετία σε διάφορες περιοχές των Χανίων και του Ηρακλείου παρατηρήθηκε σοβαρή προσβολή ή κερκόσπορας σε μεγάλο αριθμό δένδρων.

    Ο μύκητας προσβάλλει τα γηραιότερα φύλλα και τους καρπούς. Αποτέλεσμα της προσβολής είναι μεγάλη φυλλόπτωση, καρπόπτωση και βαθμιαία εξασθένηση των δένδρων με αποτέλεσμα την μείωση της παραγωγής και σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας του λαδιού.

    (2) Κερκόσπορα Ελιάς

     

    Συμπτώματα: Η ασθένεια προσβάλλει τόσο τα φύλλα όσο και τους καρπούς. Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων εμφανίζονται κηλίδες χλωρωτικές ή κίτρινες, που αργότερα γίνονται νεκρωτικές.

    Στην κάτω επιφάνεια των φύλλων εμφανίζονται αρχικά περιοχές σκούρου γκρίζου χρώματος λόγω ανάπτυξης ψευδοσκληρωτίων και των καρποφοριών του μύκητα. Αργότερα, οι περιοχές γίνονται πιο σκούρες και συγχέονται με την καπνιά. Ακολουθεί έντονη φυλλόπτωση, κυρίως την άνοιξη και το καλοκαίρι. Ο μύκητας προσβάλλει φύλλα μεγάλης ηλικίας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

    Όσο αναφορά τους καρπούς, στους πράσινους καρπούς εμφανίζονται ενίοτε κηλίδες ανοιχτού καστανού χρώματος, ακανόνιστες, ελαφρά βυθισμένες, διαμέτρου 4-10 mm. Κάτω από τις κηλίδες ο ιστός είναι καστανός και διακρίνονται καστανά στρώματα του μύκητα. Αργότερα, η επιδερμίδα διαρρηγνύεται και τα στρώματα παρουσιάζονται στην επιφάνεια των κηλίδων με τη μορφή ψευδοσκληρωτίων. 


    Άλλες ασθένειες της ελιάς είναι:


    Ωίδιο


    Το ωίδιο παρατηρήθηκε αρχικά στην Ιταλία και έπειτα στην Ελλάδα. Κατά βάση δεν δημιουργεί σημαντικές επιπτώσεις αλλά μεμονωμένες ποικιλίες μπορεί να δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα.


    (3) Ωίδιο Ελιάς

     

    Συμπτώματα: Η ασθένεια προσβάλλει κυρίως τα δενδρύλλια στα φυτώρια. Στα φύλλα της βάσης τους αρχικά παρατηρούνται ακανόνιστες χλωρωτικές κηλίδες στην κάτω επιφάνεια των φύλλων και όταν η υγρασία είναι υψηλή, παρατηρείται υποτυπώδης λευκή εξάνθηση.

    Αποτέλεσμα της προσβολής είναι η πτώση των φύλλων και παραμένουν στους κλάδους μόνο τα φύλλα της κορυφής. Προσβάλλονται επίσης οι νέοι βλαστοί, που αναπτύσσονται μετά την καρατόμηση ηλικιωμένων δένδρων. Ελάχιστες προσβολές παρατηρούνται σε μεγάλα δέντρα, που αναπτύσσονται σε υγρές περιοχές.


    Καπνιά


    Η καπνιά μπορεί να αναπτυχθεί σε όλες σχεδόν τις καλλιέργειες (υπαίθριες και θερμοκηπιακές). Παρατηρείται εξάνθηση καστανόμαυρου χρώματος  πάνω στην κόμη των δένδρων (φύλλα, βλαστοί, καρποί κ.ά.) που αναπτύσσεται εξαιτίας της ύπαρξης διαφόρων φυσιολογικών και παρασιτικών εκκριμάτων.

    Συμπτώματα: Αποτέλεσμα της προσβολής είναι η φυλλόπτωση, μείωση της φωτοσυνθετικής ικανότητας των δένδρων, εξασθένησή τους, μείωση της παραγωγής και ποιοτική υποβάθμιση των επιτραπέζιων ποικιλιών.


     (4) Καπνιά Ελιάς

    Βούλα

    Ασθένεια πολύ διαδεδομένη στους ελληνικούς ελαιώνες, που προσβάλλει μόνο τους καρπούς. Μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ζημιές, ιδιαίτερα σε περιόδους δακοπροσβολής.

    Ξηροβούλα (εντοπισμένη μόλυνση): Είναι η πιο συνηθισμένη μορφή και εμφανίζεται το καλοκαίρι ή τις αρχές του φθινοπώρου στους άωρους καρπούς. Εκδηλώνεται με τη μορφή μίας ή περισσοτέρων ξερών καστανών κηλίδων, συνήθως κυκλικών, ελαφρά βυθισμένων. Οι ιστοί κάτω από τις κηλίδες φελλοποιούνται και είναι πλήρεις μυκηλιακών υφών. Η βυθισμένη κηλίδα έχει χρώμα καστανό και πάνω της εμφανίζονται οι καρποφορίες του μύκητα, σαν μαύρα στίγματα, τα πυκνίδια.

    Επίσης, σε κάθε κηλίδα διακρίνεται σχισμή της επιδερμίδας που προκλήθηκε από τον δάκου. Οι πρώτες προσβολές του Ιουνίου συντελούν στην πτώση των καρπών, ενώ οι προσβολές του Αυγούστου μειώνουν την εμπορευσιμότητά τους.

     

    (5) Ξηροβούλα

     

    Σαποβούλα (γενικευμένη μόλυνση): Παρατηρείται το φθινόπωρο μέχρι τις αρχές του χειμώνα και εμφανίζεται με τη μορφή ελαιωδών κηλίδων που εξελίσσονται σε καθολική καστανό-μαύρη μαλακή σήψη σε ημι-ώριμους και ώριμους καρπούς.

    Αργότερα, οι καρποί αφυδατώνονται, μουμιοποιούνται, πέφτουν και καλύπτονται από τις καρποφορίες του παθογόνου. Έχει περιγραφεί και μία τρίτη μορφή προσβολής, πολύ σπάνια, που είναι συνδυασμός ξηροβούλας (εντοπισμένη μόλυνση) και σαποβούλας (γενικευμένη μόλυνση)

     

    (6) Σαποβούλα

     ______________________________________________________________________________________

     

    2. Καλλιέργεια & λίπανση της ντομάτας


       

      Ντομάτα, ο καλοκαιρινός σύντροφος της σαλάτας που δικαίως θεωρείται ο βασιλιάς του λαχανόκηπου. Αποτελεί την πιο δημοφιλή καλλιέργεια και βασικό συστατικό της μεσογειακής διατροφής. Οι ντομάτες χρησιμοποιούνται σε όλες τις κουζίνες του κόσμου ως φρέσκο λαχανικό και με τη μορφή κόκκινης σάλτσας.

      Για την επιτυχημένη καλλιέργεια της ντομάτας, ο παραγωγός χρειάζεται να ακολουθήσει βασικές ενέργειες οι οποίες θα βοηθήσουν στη σωστή ανάπτυξη και καλλιέργεια του φυτού. Οι παρακάτω πληροφορίες και συμβουλές έχουν ως στόχο να σας κατατοπίσουν σχετικά με την καλλιέργεια και την λίπανση της ντομάτας.


      2.1 Λίπανση ντομάτας


      Η τομάτα αποτελεί ένα φυτό το οποίο απαιτεί πλούσιο χρώμα και αρκετή λίπανση. Λόγω των αναγκών της σε άφθονα θρεπτικά στοιχεία, αποδίδει καλύτερα όταν ο παραγωγός παρέχει αυτά τα στοιχεία με σωστή λίπανση κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας.

      Η καλλιέργεια της ντομάτας έχει σημαντικές ανάγκες σε λίπανση για να δώσει πλούσια καρποφορία και παραγωγή ζουμερών και γλυκών καρπών. Κατά τη βασική λίπανση όταν φυτεύουμε, συστήνεται να προσθέτουμε πλήρες βιολογικό λίπασμα, που περιέχει άζωτο, φώσφορο, κάλιο, μαγνήσιο και ασβέστιο. 

      Σε κάθε περίπτωση ο επαγγελματίας παραγωγός, πρέπει να βασιστεί σε ανάλυση εδάφους και τις συμβουλές του γεωπόνου – τεχνικού του συμβούλου. Ο τύπος του λιπάσματος εξαρτάται από την σύσταση του εδάφους. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται ανάλυση εδάφους.

      Ο οδηγός αυτός αναφέρεται στις γενικές αρχές ή ενδεικτικές λιπάνσεις. Αν το έδαφος είναι ισορροπημένο ή έχει επαρκή περιεκτικότητα αζώτου, τότε συνιστάται να χρησιμοποιήσετε ένα λίπασμα με λιγότερο άζωτο και περισσότερο φωσφόρο. Αν το έδαφος είναι κάπως φτωχό σε άζωτο, χρησιμοποιήστε ένα ισορροπημένο λίπασμα.


      Αδιαμφισβήτητα, τα φυσικά οργανικά λιπάσματα αποτελούν την καλύτερη επιλογή για τη λίπανση της καλλιέργειας καθώς προστατεύουν την καλλιέργεια από ασθένειες, αυξάνουν την παραγωγή ενώ παράλληλα αποτρέπουν την διείσδυση βλαβερών χημικών ουσιών που είναι μη κατάλληλα για την υγεία.


      Η ντομάτα είναι ένα φυτό το οποίο διαθέτει διαφορετικές ανάγκες σε λίπανση ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξής της. Συγκεκριμένα, μπορούμε να διακρίνουμε 4 περιόδους με διαφορετικές ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά και κατ’ επέκταση λίπανση. 


      1. Από την φύτευση μέχρι το δέσιμο του πρώτου σταυρού (περίπου 4 εβδομάδες) υπάρχει μικρή ζήτηση για αφομοίωση θρεπτικών στοιχείων.

      2. Μετά και μέχρι τον σχηματισμό της τελευταίας ταξιανθίας (στην περίπτωση που καλλιεργούμε ως τον 13ο σταυρό: περίπου 9 εβδομάδες) και την συλλογή των φρούτων των πρώτων σταυρών, υπάρχει μεγάλη ζήτηση αζώτου και φωσφόρου και πολύ μεγάλη ζήτηση καλίου.

      3. Ακολούθως και μέχρι το 85% της συλλογής, περίπου 5 εβδομάδες, η ζήτηση για κάλιο είναι μικρή, κανονική για τον φώσφορο και μεγάλη ζήτηση για άζωτο, ασβέστιο και μαγνήσιο.

      4. Μέχρι το τέλος της καλλιέργειας, κάπου άλλες 2 εβδομάδες, καθώς σταματά η δημιουργία ξηρής μάζας, σταματά η ζήτηση για θρεπτικά στοιχεία. Μόνο ο φωσφόρος απορροφάται σε κανονικά επίπεδα, ενώ υπάρχει μεγάλη ζήτηση για ασβέστιο.

      Σημαντική συμβουλή! Χρειάζεται προσοχή όταν δίνετε άζωτο στην ντομάτα. Αν δώσετε πολύ άζωτο, θα έχετε πλούσια βλάστηση με ανοιχτό πράσινο χρώμα και λίγες ντομάτες.


      Η προσθήκη καλίου στις ντοματιές βοηθά στην παραγωγή μεγάλων και ζουμερών καρπών, ενώ η προσθήκη μαγνησίου βοηθά σημαντικά στο πρασίνισμα των φύλλων της ντομάτας, καθώς διευκολύνει τη λειτουργία της φωτοσύνθεσης.


      Επιπλέον, αποφεύγετε τα λιπάσματα με χλώριο, π.χ χλωριούχο κάλιο. Η ντομάτα δεν αγαπάει καθόλου το χλώριο. 


      Οργανική φυσική λίπανση για ντομάτες


      Η ντομάτα αποδίδει καλύτερα σε εδάφη πλούσια σε οργανική ουσία. Αν είναι δυνατόν, σκορπίστε 5 εκατοστά από κομπόστ, καθαρό βιολογικό λίπασμα ή άλλη αντίστοιχη οργανική ύλη και ενσωματώστε την στα πάνω 10-15 cm του εδάφους.


      Στην περίπτωση της αγελαδινής κοπριάς, συνιστάται να αποφεύγονται ποσότητες άνω των 4 τόνων το στρέμμα για να αποφευχθούν υπερβολικές ποσότητες αζώτου.


      Εννοείται ότι σε υπαίθρια καλλιέργεια συνιστάται και δίνει καλά αποτελέσματα μία επίσπορη χλωρή λίπανση που θα ενσωματωθεί ένα μήνα πριν την φύτευση. Σε αυτήν την περίπτωση θα χρειαστεί λίγο επιπλέον νιτρικό άζωτο, καθώς αναλώνεται πολύ από τους μικροοργανισμούς που αποδομούν την χλωρή λίπανση.


      Μέσω των οργανικών λιπασμάτων επιτυγχάνεται υψηλή διατροφική αξία, καθώς τα φυτά που μεγαλώνουν με οργανική λίπανση περιέχουν μεγαλύτερες συγκεντρώσεις πρωτεϊνών, βιταμινών, ιχνοστοιχείων, μεταλλικών αλάτων και ενζύμων.

      Επιπλέον, η ποσότητα των αντιοξειδωτικών ουσιών είναι μεγαλύτερες οι οποίες όχι μόνο καταπολεμούν τις ασθένειες του φυτού αλλά δρουν και υπέρ της ανθρώπινης υγείας όπως καρκίνο, καρδιαγγειακές ασθένειες κ.α. Παράλληλα, η γεύση του καρπού βελτιώνεται. Μέσω των οργανικών λιπασμάτων τα φυτά αναπτύσσονται με μία διαδικασία κατά την οποία διατηρούν ανέπαφη τη φυσική τους σύσταση, τα θρεπτικά συστατικά και τις βιταμίνες.

       

       

      Ένα πλεονέκτημα των οργανικών υλικών είναι ότι παρέχουν την ευεργετική οργανική ουσία που μπορεί να βελτιώσει το έδαφος και ιδίως την ικανότητα συγκράτησης θρεπτικών υλικών. Η οργανική ουσία δημιουργεί επίσης ένα περιβάλλον που ενθαρρύνει τους ευεργετικούς εδαφολογικούς οργανισμούς όπως οι γαιοσκώληκες.

      Επίσης τα οργανικά υλικά χρειάζονται περισσότερο καιρό για να απελευθερώσουν τα θρεπτικά στοιχεία. Αυτό δημιουργεί μια κατάσταση βραδείας αποδέσμευσης που παρέχει τις θρεπτικές ουσίες κατά τη διάρκεια μιας μακρύτερης χρονικής περιόδου και μπορεί επίσης να βοηθήσει στη μείωση της απώλειας θρεπτικών ουσιών στη διύλιση.



      2.2 Καλλιέργεια ντομάτας


      Αν και η καλλιέργεια της ντομάτας δεν έχει ιδιαίτερες δυσκολίες, οι πρωτάρηδες στον λαχανόκηπο, ίσως χρειαστούν κάποιο διάστημα εξοικείωσης για να πάρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Από τη φύτευση μέχρι τη συγκομιδή, υπάρχουν βασικά στάδια ανάπτυξης κατά τα οποία ο παραγωγός πρέπει να φροντίζει το φυτό για να απολαύσει μία πλούσια παραγωγή.


      Οι ντοματιές φυτεύονται συνήθως την άνοιξη και η συγκομιδή τους γίνεται το καλοκαίρι και το φθινόπωρο. Τα τελευταία χρόνια πολλοί ερασιτέχνες καλλιεργητές φυτεύουν ντομάτες σε γλάστρα στο μπαλκόνι με εξαιρετικά αποτελέσματα. 

      Oι ντομάτες θέλουν ένα έδαφος ζεστό και πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά.  Πριν από τη φύτευση ή σπορά, σκαλίστε σχολαστικά το χώμα σε βάθος περίπου 30-40 εκατοστά. Αν επιλέξετε να αγοράσετε έτοιμα σπορόφυτα, προσέξτε ώστε να είναι υγιή, να μην είναι ταλαιπωρημένα, να έχουν ύψος τουλάχιστον 15-20 εκ. και πάχος βλαστού όσο ένα μολύβι. Οι φυτεύσεις γίνονται από αρχές Απριλίου έως και αρχές Αυγούστου, έχοντας πάντα κατά νου ότι θα πρέπει να ξεκινήσουν όσο ο καιρός στην περιοχή φύτευσης είναι ακόμη κρύος.

      Οι σπορές μπορούν να ξεκινήσουν έναν μήνα πριν από τις φυτεύσεις (μέσα Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου). Τα φυτά πρέπει να αναπτύσσονται ανά 50 με 70 εκατοστά κατά μήκος γραμμών που απέχουν μεταξύ τους 80 με 150 εκατοστά.

      Μπορείς να βρεις χιλιάδες ποικιλίες ντομάτας που αξίζει να καλλιεργήσει κανείς τόσο στον κήπο όσο και μέσα σε γλάστρα στο μπαλκόνι. Υπάρχουν ποικιλίες που δίνουν μικρά ντοματίνια σε διάφορα χρώματα μέχρι και μεγαλόκαρπες ντομάτες. Προτείνεται να επιλέγετε ποικιλίες που διαθέτουν καλά καλά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, δηλαδή ποικιλίες που δίνουν νόστιμους καρπούς με άρωμα, γλυκιά γεύση και πλούσια σάρκα. 


      Σε περιπτώσεις θερμοκηπίου υπάρχουν δύο περίοδοι καλλιέργειας, η ανοιξιάτικη και η φθινοπωρινή. 


      Λίπανση σε ανοιξιάτικη καλλιέργεια: Θέλουμε να ξεκινήσουμε με μία καλή λίπανση σε φώσφορο και κάλιο, ενώ την ίδια στιγμή οι δόσεις του αζώτου δεν πρέπει να ξεπερνούν τις 5 μονάδες. Ο φωσφόρος μπορεί να δοθεί σε μία δόση αν η συνολική ανάγκη είναι μέχρι 20 μονάδες το στρέμμα και το έδαφος δεν είναι ασβεστούχο.


      Το άζωτο και το κάλιο πρέπει να διαμοιράζονται από τον πρώτο σταυρό έως 15 ημέρες πριν το τέλος της καλλιέργειας ώστε ο λόγος αζώτου προς κάλιο να είναι 1:2 μέχρι και τον τέταρτο σταυρό και 1 από την ανάπτυξη των καρπών του τέταρτου σταυρού.


      Φθινοπωρινή καλλιέργεια: Καθώς το καλοκαίρι έχουμε σημαντική νιτροποίηση, αν το έδαφος περιέχει περισσότερο από 50 ppm αζώτου, η βασική λίπανση δεν πρέπει να περιέχει άζωτο. Επίσης, αυτή την εποχή έχουμε καλή απορρόφηση φωσφόρου καθώς και σημαντικά υπόλοιπα θρεπτικών στοιχείων από την ανοιξιάτικη καλλιέργεια. Μπορεί να μη χρειάζεται βασική λίπανση.


      Οι λιπάνσεις κατά την διάρκεια της παραγωγής είναι μικρότερες από την άνοιξη, καθώς η παραγωγή είναι μικρότερη. Έτσι, το συνολικό άζωτο για την λίπανση μπορεί να κυμαίνεται από 30 έως 40 μονάδες, ο φωσφόρος από 0 έως 10 μονάδες και το κάλιο από 40 έως 60 μονάδες το στρέμμα.


      Συμβουλή! Κατά την φύτευση της ντομάτας ενσωματώνουμε αρκετή οργανική ουσία μέσα στους λάκους φύτευσης, σε μορφή κομπόστ και καλά χωνεμένης κοπριάς, καθώς και βιολογικό λίπασμα πλούσιο σε κάλιο. Με αυτόν τον τρόπο, εμπλουτίζουμε το έδαφος με θρεπτικά στοιχεία και ταυτόχρονα το κάνουμε πιο αφράτο με καλύτερη αποστράγγιση για το νερό. 


      Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε γεω-ύφασμα εδαφοκάλυψης για να περιορίσουμε την ανάπτυξη ανεπιθύμητων αγριόχορτων κατά την καλλιέργεια και να βοηθήσουμε τα φυτά μας να αναπτυχθούν καλύτερα.


      2.3 Πότισμα ντομάτας

       

       

      Το σωστό πότισμα είναι απαραίτητο για τη καλλιέργεια και την παραγωγή νόστιμων ντομάτων. Σημειώνεται πως οι ντομάτες έχουν διαφορετικές ανάγκες σε νερό ανάλογα το στάδιο ανάπτυξης. 


      Για την ομαλή ανάπτυξη των ντοματιών σας απαιτείται τακτικό και ισορροπημένο πότισμα. Όμως, φροντίζουμε να μην υπερβαίνουμε το πότισμα των φυτών, ειδικά στα αρχικά στάδια γιατί με αυτό τον τρόπο θα δημιουργήσουν αδύνατο επιφανειακό ριζικό σύστημα και δεν θα αναπτυχθούν σωστά. Κατά την διάρκεια της ανθοφορίας, τα φυτά της ντομάτας χρειάζονται σχετικά μικρές ποσότητες νερού. Το υπερβολικό πότισμα σε αυτό το στάδιο μπορεί να προκαλέσει πτώση των ανθέων. 


      Προτείνεται να εγκαταστήσετε εξαρχής σύστημα αυτόματου ποτίσματος με τη μέθοδο της σταγόνας (στάγδην άρδευση). Πρόκειται για ένα λάστιχο κατά μήκος του οποίου υπάρχουν ενσωματωμένα ανοίγματα ανά 30 εκατοστά. Θα πρέπει να ποτίζετε τόσο ώστε το νερό να φτάνει στις ρίζες και να μη μένει μόνο στην επιφάνεια.

      Το ακανόνιστο ή λίγο πότισμα, στρεσάρει τη ντομάτα και δημιουργεί ασθένειες όπως η ξερή ή μαύρη κορυφή των καρπών (blossom end rot) ή το σκάσιμο των καρπών της τομάτας. Αυτή η εγκατάσταση είναι ιδανική για την καλλιέργειά σας καθώς τα φυτά ποτίζονται καλύτερα χρησιμοποιώντας την κατάλληλη ποσότητα νερού και ταυτόχρονα επιτυγχάνεται εξοικονόμηση χρόνου!



      2.4 Ασθένειες ντομάτας

      Οι ντομάτες έχουν υψηλή απόδοση και λίγα μόλις φυτά μπορούν να ικανοποιήσουν άνετα τις ανάγκες της οικογένειας για όλη τη σεζόν. Η καλλιέργειά της είναι εύκολη, όμως υπάρχουν κάποιες παθήσεις στις οποίες είναι ευάλωτη καθώς μπορεί να παρουσιάσει αρκετά προβλήματα από ασθένειες και έντομα που τη προσβάλλουν. 


      Η ντομάτα προσβάλλεται από πολλούς παθογόνους μύκητες και βακτήρια προξενώντας βλάβες  στο ριζικό σύστημα, στους βλαστούς, στα φύλλα και στους καρπούς. Για αυτό τον λόγο είναι σημαντικό να ακολουθήσουμε βασικές ενέργειες μέσω των οποίων θα θωρακίσουμε το φυτό και θα αποκτήσει περισσότερη ανθεκτικότητα στις ασθένειες που το προσβάλλουν. 


      Οι σοβαρότερες ασθένειες που πλήττουν την ντομάτα είναι:

       


      Ο βοτρύτης είναι ευρύτατα διαδεδομένος μύκητας. Προσβάλλει πάρα πολλές καλλιέργειες και αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και πραγματική απειλή για την εμπορεύσιμη παραγωγή. Εκτός από τις ποσοτικές απώλειες υποβαθμίζει και την ποιότητα των προϊόντων, ενώ ζημιώνει την παραγωγή και μετασυλλεκτικά κατά την αποθήκευση και την μεταφορά. Αποτελεί πρόβλημα ιδιαίτερα για τις θερμοκηπιακές καλλιέργειες αλλά και για τις υπαίθριες.

      Συμπτώματα: Προκαλούνται στην αρχή καστανές υδατώδεις εκτεταμένες κηλίδες, που μπορεί να εξελιχθούν σε νεκρώσεις. Χαρακτηριστική είναι η γκρίζα εξάνθηση (χνούδι) του μύκητα στα προσβεβλημένα όργανα.

      (7) Βοτρύτης

       

      Προσβάλλει όλα τα μέρη των φυτών (φύλλα, στελέχη, άνθη, καρπούς) και σε όλα τα στάδια ανάπτυξής τους. Ο βοτρύτης μπορεί να αναπτυχθεί και σαπροφυτικά σε υπολείμματα της καλλιέργειας και σε νεκρά μέρη των φυτών και από εκεί να μολύνει γειτονικούς υγιείς ιστούς.


      Ο Περονόσπορος της τομάτας οφείλεται στο μύκητα Phytophthora infestans.

      Προσβάλλει όλα τα εναέρια όργανα του φυτού σε όλα τα στάδια της ανάπτυξης του. Προσβάλλεται η βλάστηση και οι καρποί. Η προσβολή ξεκινά από τα κατώτερα φύλλα, όπου εμφανίζονται κιτρινωπές κηλίδες ακανόνιστου σχήματος («λαδιές»).

      Αυτές οι περιοχές στη συνέχεια γίνονται καστανές και ξηραίνονται. Με υγρές συνθήκες στην κάτω επιφάνεια των φύλλων διακρίνεται το λευκό χνούδι (εξάνθιση) του μύκητα. Στους μίσχους και στους βλαστούς οι νεκρώσεις των ιστών παίρνουν επίμηκες σχήμα. Οι καρποί προσβάλλονται αρχικά στην περιοχή του ποδίσκου. Η προσβολή μπορεί να εξαπλωθεί στη συνέχεια σε ολόκληρο τον καρπό. 

      (8) Περονόσπορος

       

      • Αλτερναρίωση στελέχους τομάτας

      Αυτός ο ατελής μύκητας είναι πολύ συνηθισμένος, προκαλεί απώλειες φύλλων στις θερμές ημέρες του καλοκαιριού και μπορεί να μπερδευτεί με τον περονόσπορο.


      Οργανισμός που την προκαλεί: Alternaria solani. Προκαλούνται έλκη στη βάση των στελεχών, που μπορεί να το περιβάλλουν ολόκληρο προκαλώντας την ξήρανση του φυτού. Προσβάλλονται και οι καρποί, όπου δημιουργούνται βυθισμένες καστανόμαυρες κηλίδες σε μεγάλες περιοχές. Οι κηλίδες μπορεί να καλύπτοντα από σκούρες κονιδιοφόρους με κονίδια. Οι κηλίδες μπορεί να περιβάλλονται από κίτρινο περίγυρο (κιτρίνισμα ιστού).

      (9) Αλτεναρίωση ντομάτας

       

      Η ξηρή σήψη, ξηρή κορυφή, τάπωμα ή blossom end rot είναι ένα συχνό πρόβλημα που εμφανίζεται στις τομάτες, αλλά και σε πιπεριές και σε μελιτζάνες. Η εμφάνιση του προβλήματος ξεκινά με μία σκούρα κηλίδα διαμέτρου 1 με 2 εκατοστά στο κάτω μέρος του καρπού.

      Η κηλίδα έχει σκούρο χρώμα. Στο σημείο εμφάνισης της κηλίδας, ο καρπός βαθουλώνει. Η κηλίδα σταδιακά αυξάνει σε μέγεθος και απλώνει καλύπτοντας όλο το κάτω μέρος του καρπού. Αν και η ξηρή σήψη από μόνη της προκαλεί μόνο τοπικό πρόβλημα, το πρόβλημα χειροτερεύει καθώς οργανισμοί εκμεταλλεύονται το πρόβλημα και εισέρχονται στον καρπό. Το αποτέλεσμα είναι το σάπισμα του καρπού.

      (10) Ξηρή σήψη

      Το ωίδιο οφείλεται στο μύκητα Leveillula taurica με ατελή μορφή τον Oidiopsis sicula. Στα φύλλα εμφανίζονται χλωρώσεις γωνιώδεις και ακανόνιστες. Εντονότερα είναι τα συμπτώματα στην τομάτα και στην πιπεριά ενώ ανοιχτοκίτρινες κηλίδες προκαλούνται στη μελιτζάνα και το αγγούρι. Οι κηλίδες αργότερα γίνονται νεκρωτικές.


      Η εξάνθηση του μύκητα εμφανίζεται και στις δύο επιφάνειες του φύλλου (λευκό χνούδι), πρώτα όμως στην κάτω επιφάνεια. Η ευαισθησία των φυτών αυξάνεται με την ηλικία τους, ενώ τα νεαρά φυτά παρουσιάζουν ανθεκτικότητα. Η ασθένεια εμφανίζεται συνηθέστερα στο φύλλωμα.

      (11) Ωίδιο ντομάτας

      Αντιμετώπιση ασθενειών: Για την οικολογική αντιμετώπιση μυκητολογικών ασθενειών όπως ο περονόσπορος ή το ωίδιο, σκονίζουμε το φύλλωμα των φυτών με θειάφι και θειοχαλκίνη ή ψεκάζουμε με διάλυμα θειαφιού και χαλκού. 


      Για την αντιμετώπιση των εντόμων που προσβάλλουν την καλλιέργεια της ντομάτας, όπως ο αλευρώδης, οι βρωμούσες, η λιριόμυζα και η μελίγκρα, χρησιμοποιούμε βιολογικά εντομοκτόνα που προμηθευόμαστε από γεωπονικα καταστήματα όπως τα άλατα καλίου και η φυσική πυρεθρίνη.

      Επιπλέον, ένα βιολογικό οργανικό λίπασμα που περιέχει θρεπτικά συστατικά μπορεί να θωρακίσει το φυτό με αντιοξειδωτικά και να συνεισφέρει στην καλύτερη αντιμετώπιση των ασθενειών.

      ___________________________________________________________

      3. Καλλιέργεια & λίπανση του αμπελιού


         

        Το αμπέλι είναι ένας καρποφόρος θάμνος που μας δίνει σταφύλια για αρκετές δεκαετίες μετά τη φύτευση του. Το φυτό του αμπελιού ονομάζεται κλήμα, θα το ακούσουμε ωστόσο και με την ονομασία πρέμνο. Το αμπέλι καλλιεργείται από την αρχαιότητα καθώς είναι συνδεδεμένο με τον Θεό Διόνυσο. Στις μέρες μας, το αμπέλι αποτελεί μία πολύ διαδεδομένη καλλιέργεια με την κατανάλωση κρασιού να παρουσιάζει συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση σε παγκόσμιο επίπεδο. 

        Από τα φύλλα του αμπελιού, φτιάχνουμε τα παραδοσιακά ντολμαδάκια, ένα από τα πιο διάσημα πιάτα της ελληνικής κουζίνας. Τα σταφύλια έχουν υψηλή διατροφική αξία, καθώς περιέχουν πολλές βιταμίνες, φυτικές ίνες και αντιοξειδωτικά και αξιοποιούνται σε δίαιτες για αποτοξίνωση.


        3.1 Λίπανση αμπέλου


        Η καλλιέργεια του αμπελιού έχει αυξημένες ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά και χρειάζεται λίπασμα κάθε χρόνο. Η ισορροπημένη θρέψη μέσω ενός ορθολογικού προγράμματος λίπανσης είναι αναγκαία για να πετύχουμε την επιθυμητή απόδοση της κάθε ποικιλίας. Όπως στις περισσότερες καλλιέργειες, έτσι και στο αμπέλι χρειάζεται ανάλυση εδάφους έτσι ώστε ο παραγωγός να προσδιορίσει με μεγαλύτερη ακρίβεια την εφαρμογή και το είδος της λίπανσης που χρειάζεται η καλλιέργεια. 

         

         

        Σημειώνεται πως σε ξηρούς αμπελώνες, η λίπανση μπορεί να επιτευχθεί την εφαρμογή λιπασμάτων στην επιφάνεια του αμπελώνα, ενώ σε αρδευόμενους μέσω του νερού της άρδευσης. Γενικά, τα αμπέλια χρειάζονται συστατικά όπως το άζωτο, ο φώσφορος, το κάλιο, το ασβέστιο, το μαγνήσιο, το βόριο και τον ψευδάργυρο.


        Αξίζει να σημειωθεί πως η καλλιέργεια του αμπελιού ισορροπεί σε δύο βασικές λειτουργίες: την δημιουργία βλάστησης για την ανάπτυξη τους και η καρποφορία με τη παραγωγή σταφυλιών, επομένως το σχέδιο λίπανσης πρέπει να εξυπηρετεί αυτές τις δύο περιόδους κατάλληλα.


        Όπως σε όλα τα καρποφόρα δέντρα και τα λαχανικά προτιμούμε να βάζουμε βιολογικό οργανικό λίπασμα στο αμπέλι μας, στο πλαίσιο της οικολογικής γεωργίας. Επιλέγουμε λίπασμα για το αμπέλι με βάση την περιεκτικότητα των θρεπτικών στοιχείων όπως αναγράφεται στη συσκευασία. Έτσι, μπορούμε να αξιολογήσουμε την καταλληλότητα του λιπάσματος που θα επιλέξουμε σε σχέση με τις θρεπτικές ανάγκες σε στοιχεία που απαιτεί το αμπέλι μας.

        Σε περίπτωση που ο παραγωγός επιθυμεί να ενισχύσει την καλλιέργεια του αμπελιού με ιχνοστοιχεία σιδήρου, βορίου και ψευδαργύρου προτείνεται η διαφυλλική λίπανση (προσθήκη των στοιχείων μέσω των φύλλων του αμπελιού). Επιπλέον, η λίπανση στο αμπέλι μπορεί να επιτευχθεί μέσω της άρδευσης.


        Βιολογικά λιπάσματα


        Το αμπέλι μπορεί να καλλιεργηθεί βιολογικά και στο πλαίσιο αυτό να γίνει βιολογική ή οικολογική λίπανση. Η προσθήκη οργανικής ουσίας στο αμπέλι μας, στα τέλη του φθινοπώρου, βοηθά στον εμπλουτισμό του εδάφους με θρεπτικά στοιχεία. Η προσθήκη του κομπόστ βελτιώνει τη γονιμότητα και την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών από την καλλιέργεια. Επίσης, μπορούμε να κάνουμε οικολογική λίπανση με τη μορφή της χλωρής λίπανσης, δηλαδή με την καλλιέργεια ψυχανθών και σιτηρών ανάμεσα από τις γραμμές φύτευσης του αμπελιού και την ενσωμάτωσή τους στο έδαφος. 


        Μπορείτε επιπλέον να χρησιμοποιήσετε βιολογικά οργανικά ή φυσικά λιπάσματα για να εμπλουτίσετε το έδαφος με θρεπτικά συστατικά τα οποία θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη, θα βελτιώσουν την παραγωγή και θα θωρακίσουν το αμπέλι απομακρύνοντας τις ανεπιθύμητες ασθένειες. Μέσω των οργανικών λιπασμάτων πετυχαίνουμε ισορροπημένη θρέψη ενώ παράλληλα επιτυγχάνεται μία φιλική προς το περιβάλλον καλλιέργεια. 


        3.2 Καλλιέργεια αμπέλου

         

         

        Το αμπέλι είναι μία καλλιέργεια η οποία ευδοκιμεί στην Ελλάδα και οι ποικιλίες που καλλιεργούνται διαχωρίζονται σε οινοποιήσιμες οι οποίες προορίζονται για παραγωγή κρασιού, και σε επιτραπέζιες οι οποίες είναι για κατανάλωση σταφυλιών. 


        Οινοποιήσιμες ποικιλίες: Οι πιο σημαντικές λευκές ποικιλίες είναι το Σαββατιανό, το Ασύρτικο, το Μοσχάτο αλεξανδρείας, η Nτεμπίνα, το Αθήρι και από ξένες ποικιλίες το Sauvignon Blank και το Chardonay. Από τις κόκκινες ποικιλίες, στον ελληνικό χώρο ξεχωρίζουν το Αγιωργίτικο, το Λημνιό, η Μαυροδάφνη, το Μοσχοφίλερο και το Ξινόμαυρο ενώ από ξένες  το Cabernet Sauvignon, to Merlot και το Syrah.


        Επιτραπέζιες ποικιλίες: Οι πιο δημοφιλείς λευκές ποικιλίες για επιτραπέζια χρήση είναι η σουλτανίνα, το όψιμο Εδέσσης και το Ραζακί, ενώ από τις ξένες λευκές ποικιλίες αμπελιού ξεχωρίζει η Italia, η Superior, η Thompson και η Victoria. Στις κόκκινες ποικιλίες ξεχωρίζουν η Αττική, η Φράουλα, ο Σιδηρίτης, το Επτάκιλο, ενώ από ξένες ποικιλίες το Cardinal και το Crimson. 


        Η καλλιέργεια του αμπελιού ευδοκιμεί σε ηλιοφανείς περιοχές όπου επικρατεί ζεστό και ξηρό καλοκαίρι συνδυαστικά με σχετικά κρύο χειμώνα. Συστήνεται η αποφυγή της φύτευσης του αμπελιού σε περιοχές που έχουν υψηλή υγρασία, ιδίως τη περίοδο του καλοκαιριού καθώς το αμπέλι προσβάλλεται εύκολα από μυκητολογικές ασθένειες οι οποίες προκαλούν σημαντικές ζημιές.

        Γενικά, τα αμπέλια φυτεύονται σε ημιορεινές περιοχές οι οποίες είναι επικλινείς για να επιτευχθεί καλός αερισμός. Τα εδάφη πρέπει να είναι ξηρά και άγονα καθώς επίσης να διαθέτει καλή αποστράγγιση  έτσι ώστε να αναπτυχθεί το ριζικό σύστημα του αμπελιού. 


        3.3 Φύτευση 


        Για την εγκατασταση ενος αμπελώνα, η φύτευση γίνεται στα τέλη του χειμώνα ή στις αρχές της άνοιξης.  Η εγκατάσταση του αμπελώνα απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό ως προς την επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας αμπελιού για κρασί ή επιτραπέζια χρήση ανάλογα το έδαφος και το κλίμα.

        Επίσης η ανάλυση εδάφους είναι απαραίτητη για τον σωστό προσδιορισμό των θρεπτικών συστατικών. Χρειάζεται βαθύ όργωμα του εδάφους, απομάκρυνση πετρών καθώς επίσης εμπλουτισμος και βελτίωση του εδάφους με οργανικά λιπάσματα ή μορφή κοπριάς και κομπόστ. Ο παραγωγός οφείλει να προσδιορίσει τις κατάλληλες αποστάσεις φύτευσης ανάλογα με το σύστημα διαμόρφωσης του αμπελιού. 


        Οι αποστάσεις και ο πληθυσμός  των πρέμνων έχουν διαφορετικά μοτίβα ανάλογα με τις ποικιλίες παραγωγής, τη δομή του εδάφους και τον τύπο του αμπελώνα. Αν πάρουμε για παράδειγμα έναν αρδευόμενο αμπελώνα με εύφορο έδαφος, το συνηθισμένο μοτίβο περιλαμβάνει 200-250 φυτά/στρέμμα για τις επιτραπέζιες ποικιλίες και 300-350 φυτά/στρέμμα για τις οινοποιήσιμες.

        Για τέτοιους πληθυσμούς φυτών πολλοί παραγωγοί επιλέγουν αποστάσεις 2-2.5 μ. μεταξύ των σειρών και 1.25-1.35 μ. μεταξύ των φυτών επάνω στη σειρά. Αποστάσεις μικρότερες του ενός μέτρου πρέπει γενικά να αποφεύγονται καθώς θα οδηγήσουν σε αλληλοκαλύψεις φυλλωμάτων το οποίο οδηγεί σε ανεπαρκή αερισμό στην καλλιέργεια. Οι περισσότερες σύγχρονες ποικιλίες επιτραπέζιων σταφυλιών δίνουν καλά αποτελέσματα σε απόσταση 3 μέτρων μεταξύ των γραμμών και απόσταση 1,5 μέτρων μεταξύ των φυτών πάνω στη γραμμή.

         

        3.4 Πότισμα αμπελιού

        Τα φυτά του αμπελιού έχουν πολύ ανθεκτικό ριζικό σύστημα και είναι ανθεκτικά στην έλλειψη νερού. Όμως, η έλλειψη νερού προκαλεί μειωμένη ανάπτυξη του αμπελιού και μείωση της παραγωγής σταφυλιών. Ειδικά στα πρώτα 1-2 χρόνια μετά την φύτευση του αμπελιού, το πότισμα είναι απαραίτητο από την άνοιξη ως το φθινόπωρο. Οι αμπελουργοί εγκαθιστούν συνήθως αυτόματο πότισμα με σταγόνες για αποτελεσματικότερο πότισμα και εξοικονόμηση νερού. 


        To πότισμα του αμπελιού σε συγκεκριμένα στάδια κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου βοηθά την αύξηση της παραγωγής και τη βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων σταφυλιών. Συγκεκριμένα, είναι απαραίτητη η υγρασία του εδάφους την περίοδο της άνοιξης στο στάδιο της βλαστικής ανάπτυξης του αμπελιού. Το αμπέλι πρέπει να ποτίζεται από το στάδιο της καρπόδεσης μέχρι την αρχή της ωρίμανσης για να εξασφαλίσουμε μεγάλο μέγεθος της ρόγας του σταφυλιού. Κατά την περίοδο της ωρίμανσης των σταφυλιών, το υπερβολικό πότισμα μπορεί να προκαλέσει υποβάθμιση της παραγωγής του αμπελιού. 



        3.5 Ασθένειες αμπελιού


        Όπως τα περισσότερα φυτά, έτσι και το αμπέλι προσβάλλεται από διάφορες μυκητολογικές ασθένειες οι οποίες χρήζουν αντιμετώπισης.


        1. Περονόσπορος

        Ο περονόσπορος αποτελεί τη σπουδαιότερη μυκητολογική ασθένεια της αμπέλου η οποία είναι ευρύτατα διαδεδομένη. Από το 1900, η ασθένεια ενδημεί στη χώρα μας και απειλεί κατά έτος την παραγωγή στις υγρές και με συχνές βροχοπτώσεις περιφέρειες. Οι ξηρές περιοχές δεν κινδυνεύουν από την ασθένεια. Προκαλείται από το παθογόνο Plasmopara viticola (μικροοργανισμός που μοιάζει με μύκητα). 


        Συμπτώματα: Προσβάλλει όλα τα νέα όργανα του φυτού, που είναι ακόμη πράσινα.

        Φύλλα: στα νεαρά φύλλα αρχικά εμφανίζονται κυκλικές κηλίδες ανοιχτού ή κιτρινοπράσινου χρώματος, «κηλίδες ελαίου» και στη συνέχεια στην κάτω επιφάνεια των φύλλων, με ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, αναπτύσσεται πλούσια λευκή εξάνθηση, τα εντόνως προσβεβλημένα φύλλα αποξηραίνονται και πέφτουν.


        Στα ώριμα και ηλικιωμένα φύλλα ή στα φύλλα των ανθεκτικών ποικιλιών, η εξάπλωση του παθογόνου μέσα στους ιστούς δυσχεραίνεται από τις νευρώσεις του ελάσματος και έτσι σχηματίζονται μικρές, πολυγωνικές κηλίδες διαμέτρου 1–7 mm και χρώματος ανοιχτού πράσινου, κίτρινου, καστανού ή ενδιάμεσων αποχρώσεων. Οι κηλίδες είναι συχνά πολυάριθμες, σχηματίζονται η μια δίπλα στην άλλη, συνήθως κατά μήκος των κεντρικών νευρώσεων και δίνουν την εντύπωση μωσαϊκού. Το σύμπτωμα που προκαλείται ονομάζεται κηλίδες μωσαϊκού ή σταυροβελονιά.


        Με πολύ υγρό καιρό, είναι δυνατόν να εμφανιστούν στα φύλλα οι λευκές εξανθήσεις του παράσιτου χωρίς προηγουμένως να έχει σχηματισθεί κηλίδα στο έλασμα. Κρίσιμη περίοδος για την ανάπτυξη της ασθένειας θεωρείται ο Μάιος, διότι ανεβαίνει η θερμοκρασία, ο μύκητας συμπληρώνει το βιολογικό του κύκλο συντομότερα και προκαλεί πολυάριθμες νέες προσβολές. Επιπλέον, την ίδια περίοδο η βλαστική ανάπτυξη της αμπέλου είναι ταχύτατη, με αποτέλεσμα να σχηματίζει συνεχώς νέους ιστούς, οι οποίοι είναι ευπαθείς στις μολύνσεις. 

        (12) Περονόσπορος Αμπέλου

         

        Για την καταπολέμηση της ασθένειας, εκτελούνται προληπτικοί ψεκασμοί με κατάλληλα μυκητοκτόνα αποτελεί τη βάση αντιμετώπισης του περονόσπορου. Για να είναι αποτελεσματικοί αυτοί οι ψεκασμοί θα πρέπει είτε να γίνονται πολύ συχνές επεμβάσεις, ώστε οι συνεχώς σχηματιζόμενοι ευπαθείς ιστοί της αμπέλου να είναι πάντοτε καλυμμένοι με μυκητοκτόνο, είτε να λειτουργεί η λεγόμενη υπηρεσία προειδοποιήσεων στις διάφορες αμπελουργικές περιφέρειες που θα προειδοποιεί τους αμπελουργούς να επέμβουν.

        Στη χώρα μας η αντιμετώπιση της ασθένειας γίνεται με ένα πρόγραμμα προληπτικών ψεκασμών το οποίο βασίζεται στα στάδια βλάστησης της αμπέλου, τις καιρικές συνθήκες των αμπελουργικών περιοχών και την πορεία της ασθένειας. 


        Έτσι στις περιοχές που δεν υφίσταται συνήθως πρόβλημα (π,χ Αττική), συνιστάται ένας ψεκασμός ασφαλείας όταν οι βότρεις απομακρυνθούν από τα φύλλα που τους περιβάλλουν. Στις περιοχές όπου υφίσταται πρόβλημα (περιοχές με πολύ υψηλή σχετική υγρασία και συχνές βροχοπτώσεις κατά την άνοιξη) συνιστώνται οι ακόλουθοι 4 ψεκασμοί:

        1. Όταν οι βλαστοί έχουν μήκος 8–10 cm
        2. Μετά από 10 ημέρες
        3. Λίγο πριν την άνθηση (στάδιο μούρου)
        4. Λίγο μετά τη γονιμοποίηση


          Ωΐδιο αμπέλου

        Το ωΐδιο είναι μία από τις πιο σοβαρές ασθένειες του αμπελιού και είναι διαδεδομένη σε όλες τις αμπελουργικές περιοχές του κόσμου. Για πρώτη φορά η ασθένεια περιγράφηκε στην Βόρεια Αμερική, ενώ στην Ευρώπη εμφανίστηκε το 1845. Στη χώρα μας, όπου καλλιεργείται αμπέλι η ασθένεια είναι γνωστή με πολλά κοινά ονόματα (στάχτωμα, θειαφασθένεια, χολέρα, μπάστρα, μπασαράς).

        Η ασθένεια προκαλείται από το μύκητα Uncinula necator με Ατελή μορφή Oidium tuckeri (Moniliales, Moniliaceae). Κατά την διάρκεια του χειμώνα, διαχειμάζει μέσα στους οφθαλμούς (μάτια) με τη μορφή μυκηλίου ή σπανιότερα, με τα όργανα αναπαραγωγής του (κλειστοθήκια). Ο μύκητας αναπτύσσεται στην επιφάνεια των φυτικών ιστών (εκτοπαράσιτο), ενώ στέλνει μυζητήρες μέσα στα κύτταρα για να τρέφεται.

        (13) Ωίδιο Αμπέλου

         

        Συμπτώματα: Προσβάλλονται όλα τα υπέργεια τμήματα του φυτού (βλαστοί, φύλλα, τσαμπιά, κληματίδες). Αρχικά, εμφανίζονται στα φύλλα ασαφείς χλωρωτικές κηλίδες, οι οποίες στη συνέχεια καλύπτονται από λευκό χνούδι (εξάνθιση μύκητα = επιφυτικό μυκήλιο, καρποφορίες, σπόρια). Η προσβολή μπορεί να επεκταθεί και να καλύψει ολόκληρο το έλασμα. Επιπλέον, λόγω της ανάπτυξης του παθογόνου, παρατηρείται κυματοειδής παραμόρφωση της περιφέρειας των φύλλων.

        Οι ράγες των σταφυλιών καλύπτονται και αυτές από τις εξανθήσεις του παθογόνου στα σημεία προσβολής. Εάν οι ράγες προσβληθούν όταν είναι μικρές, ξηραίνονται και πέφτουν. Επιπλέον, η προσβολή στα σταφύλια προκαλεί σχίσιμο των ραγών, οπότε συνήθως ακολουθούν δευτερογενείς προσβολές από άλλα παθογόνα (π.χ. βοτρύτης), που ολοκληρώνουν τη ζημιά στα τσαμπιά. Όταν οι ράγες προσβληθούν μετά το «γυάλισμα» δεν σχίζονται αλλά παρουσιάζουν εσχαρώσεις. Οι ράγες είναι ευπαθείς μέχρι να αποκτήσουν περιεκτικότητα 8% σε σάκχαρο.


        Γενικά, η ασθένεια ευνοείται από θερμό καιρό, όχι όμως και σε θερμοκρασίες μεγαλύτερες από 35oC. Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι ο μύκητας αναπτύσσεται καλύτερα στα σκιαζόμενα μέρη του φυτού, επειδή ο ήλιος περιορίζει την ανάπτυξή του. Για την βλάστηση των σπορίων του δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξη νερού επάνω στην φυτική επιφάνεια. Αυτό σημαίνει, ότι ακόμα και σε συνθήκες ξηρασίας είναι δυνατό να ξεκινήσει η μόλυνση.


        Η καλύτερη μέθοδος αντιμετώπισης του ωϊδίου είναι η πρόληψη. Η μη έγκαιρη καταπολέμηση μπορεί να προκαλέσει σημαντική μείωση της παραγωγής και υποβάθμιση της ποιότητας του προϊόντος. Για την επιτυχημένη αντιμετώπιση του ωϊδίου συστήνονται εφαρμογές σύμφωνα με το πρόγραμμα Γεωργικών Προειδοποιήσεων ή στο στάδιο των 2-3 φύλλων, λίγο πριν την άνθηση και μετά το δέσιμο, με επαναλήψεις ανάλογα με την πίεση προσβολής. Συμπληρωματικά, συστήνονται καλλιεργητικά μέτρα (σωστό κλάδεμα, κορυφολόγημα, ξεφύλλισμα, ενδεδειγμένη λίπανση με άζωτο) για την αποφυγή δημιουργίας ευνοϊκών συνθηκών για το παθογόνο.


        Ίσκα


        Είναι διαδεδομένη ασθένεια του ξύλου που προσβάλλει κυρίως πρέμνα ηλικίας 10 ετών και άνω. Αναπτύσσεται συνήθως αργά και έχει ως αποτέλεσμα την σταδιακή ξήρανση των πρέμνων ή σπανιότερα την απότομη ξήρανσή τους (αποπληξία). Οφείλεται κυρίως στον Βασιδιομύκητα Phomitiporia mediterranea.


        Συμπτώματα: Η ασθένεια εμφανίζεται με δύο μορφές, τη χρόνια και την απότομη ξήρανση (αποπληξία). Η χρόνια μορφή είναι πολύ πιο συνηθισμένη στους αμπελώνες. Αργά το καλοκαίρι, στα κατώτερα φύλλα εμφανίζεται έντονη περιφερειακή χλώρωση που επεκτείνεται και μεταξύ των κύριων νεύρων. Οι χλωρωτικές αυτές περιοχές νεκρώνονται και αποκτούν καστανό χρωματισμό, ενώ μια περιοχή γύρω από τα νεύρα του ελάσματος παραμένει πράσινη.

         

        (14) Ίσκα αμπέλου

        Τα προσβλημένα αυτά πρέμνα παρουσιάζουν βαθμιαία καχεξία, ξήρανση ορισμένων βραχιόνων και γενικά μείωση της παραγωγής, μέχρι πλήρους αποξήρανσης. Τα παραπάνω συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν και σε προσβολές από άλλα αίτια (αδρομυκώσεις, συψιρριζίες, αδροβακτηριώσεις, τροφοπενίες). Το “σύνδρομο της αποπληξίας” εμφανίζεται μέσα καλοκαιριού. Παρατηρείται απότομη μάρανση και ξήρανση των βραχιόνων και πρέμνων.


        Φώμοψη


        Η ασθένεια είναι διαδεδομένη σχεδόν σε όλες τις αμπελουργικές περιοχές της χώρας μας. Τις τελευταίες δεκαετίες, άρχισε να προσελκύει σημαντικά την προσοχή όλων των εμπλεκομένων στην αμπελουργία, διότι μπορεί να προκαλέσει μεγάλες ζημιές : νέκρωση κεφαλών και βραχιόνων.

        Προσβάλλονται κυρίως οι βλαστοί, οι κληματίδες και οι βραχίονες αλλά και τα φύλλα, οι μίσχοι και τα σταφύλια. Η ασθένεια οφείλεται στον μύκητα Phomopsis viticola. Ο μύκητας διαχειμάζει στα προσβεβλημένα όργανα της αμπέλου (κληματίδες, κεφαλές, βραχίονες), όπου το χειμώνα σχηματίζει τις καρποφορίες (πυκνίδια) και τα σπόριά του (πυκνιδιοσπόρια). Τα σπόρια που θα ελευθερωθούν από εκεί, την άνοιξη θα μολύνουν τη νέα βλάστηση.

        (15) Φώμοψη Αμπέλου

         

        Συμπτώματα: Στα φύλλα η προσβολή εμφανίζεται με την μορφή μικρών κηλίδων ανοικτού πράσινου χρώματος που αργότερα γίνεται καστανόμαυρος. Η παρουσία πολυάριθμων κηλίδων μπορεί να οδηγήσει στη νέκρωση της επιφάνειας των φύλλων ή στην παραμόρφωσή τους.

        Τα συμπτώματα από την μόλυνση των μίσχων, των ελίκων της ράχης των τσαμπιών και των ποδίσκων εκδηλώνονται με το σχηματισμό επιμήκων νεκρωτικών κηλίδων με σχισμές, που στην συνέχεια ξεραίνονται. Το παθογόνο μπορεί να προσβάλλει και τις ράγες, οι οποίες συρρικνώνονται και ξεραίνονται. Επάνω στην επιφάνεια των ραγών και των κληματίδων σχηματίζονται οι καρποφορίες του παθογόνου με την μορφή μικρών στιγμάτων. Στην περίπτωση αυτή ο φλοιός των κληματίδων αποκτά ένα πολύ χαρακτηριστικό λευκό χρώμα.


        Τεφρά σήψη αμπέλου


        Η τεφρά σήψη είναι μια ασθένεια που οφείλεται στο μύκητα Botrytis cinerea, έχει παγκόσμια εξάπλωση και προσβάλλει όλα σχεδόν τα καλλιεργούμενα φυτά (καρποφόρα δέντρα και θάμνους, αμπέλι, κηπευτικά, βιομηχανικά, καλλωπιστικά). Αποτελεί σοβαρό πρόβλημα και πραγματική απειλή για την εμπορεύσιμη παραγωγή. Εκτός από τις ποσοτικές απώλειες υποβαθμίζει και την ποιότητα των προϊόντων, ενώ ζημιώνει την παραγωγή και μετασυλλεκτικά κατά την αποθήκευση και την μεταφορά. Αποτελεί πρόβλημα ιδιαίτερα για τις θερμοκηπιακές καλλιέργειες αλλά και για τις υπαίθριες.

         

        (16) Τέφρα σήψη

        Σύμπτωματα: Η σημαντικότερη και σοβαρή ζημιά από την ασθένεια εκδηλώνεται στα σταφύλια κατά το φθινόπωρο όταν πλησιάζουν την ωρίμανση. Στην επιφάνεια μερικών ραγών εμφανίζεται μια διάχυτη καστανή κηλίδα η οποία επεκτείνεται τόσο σε έκταση όσο και σε βάθος. Η ράγα χάνει τη γυαλιστερή της όψη και η επιδερμίδα αποκολλάται από τη σάρκα εύκολα με ελαφρά πίεση του δακτύλου. Αργότερα η προσβολή επεκτείνεται σε όλη τη σάρκα με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια μαλακή και υδαρής σήψη.


        Φυλλοξήρα


        Η φυλλοξήρα πρόκειται για ένα παράσιτο - εχθρός της αμπέλου και όχι ασθένεια, είναι τόσο καταστρεπτική αφίδα για το ριζικό σύστημα της αμπέλου, που αποτέλεσε τον κύριο λόγο για την αρχή της χρήσης εμβολιασμένων φυτών αμπέλου στην Ευρώπη. 

        (16) Φυλλοξήρα

        Συμπτώματα: Μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη φυλλοξήρα λόγω της εμφάνισης χαρακτηριστικών σφαιριδίων στις ρίζες και μερικές φορές στο φύλλωμα του φυτού. Η ζημιά στις ρίζες είναι καταστροφική, καθώς το παράσιτο μπορεί να καταστρέψει εντελώς το ριζικό σύστημα του φυτού. Το μόνο μέτρο διαχείρισης για τις ευρωπαϊκές ποικιλίες είναι να εμβολιαστούν σε αμερικάνικα υποκείμενα, καθώς ορισμένες αμερικάνικες ποικιλίες είναι ανθεκτικές.